Thursday, March 29, 2012

Το τελευταίο γράμμα του Ρασούλη

από τον πόντικα:
http://topontiki.gr/article/32934

Η επιστολή του Μανώλη Ρασούλη
Νοέμβριος 2010
«Οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν: ''Άκουσον μεν, πάταξον δε''.
Ο σκοπός της επιστολής μου είναι να στείλω δύο μηνύματα:
1. Εγώ προσωπικά δεν δέχομαι τους τίτλους pigs - οκνηρός - άσωτος κ.λπ. που μας φόρτωσαν γενικεύοντας κάποιοι απ' τα βόρεια.
2. Υπάρχει μια Ελλάδα μες στην Ελλάδα, όπως υπήρχε μια Γερμανία από το 1933 έως το 1945.
Η αλήθεια είναι ότι εδώ και 25 χρόνια, ζώντας με τους συμπατριώτες μου, βιώνοντας μια διαρκώς γενικευόμενη, αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά, έλεγα ότι αυτό το στυλ θα καταστρέψει την Ελλάδα, μπορεί και την ανθρωπότητα. Έκανα το οτιδήποτε να εκφράσω το αντίδοτο. Μάλλον απ' ό,τι φαίνεται ηττήθηκα.
Στην Ελλάδα σφυρηλατήθηκε και εγκαθιδρύθηκε ένας μέσος πολίτης, μικροαστός, νεόπλουτος, αρχοντοχωριάτης. Επικυριάρχησε στο κοινωνικό, πολιτικό, ιστορικό, ψυχολογικό, αισθητικό προσκήνιο, καταστρέφοντας τον ρυθμό και το στυλ της χώρας. Επίσης, καταστρέφοντας τη λαϊκή κουλτούρα, δηλαδή το αυθεντικό τραγούδι, που είναι το θεμελιώδες στοιχείο της ταυτότητάς μας, απαξιώνοντας την λόγια ποίηση, εγκαθιδρύοντας, διά πυρρός και σιδήρου, τα πολιτιστικά κέντρα της χαράς και της αισιοδοξίας, όπως τα ονόμασαν, κάτι χαζοκαμπαρέ, τα λεγόμενα σκυλάδικα. Διαμόρφωσαν έναν χαζοκαμπαρετζίδικο τρόπο σκέψης, καθιστώντας την Ελλάδα ένα νομιμοποιημένο πορνοστάσιο. Ο πολιτισμός, καθώς και ο τουρισμός, δέχτηκαν σκληρά πλήγματα. Από τους περιηγητές του '60 φτάσαμε στα ξενοδοχεία των 5.000 ανθρώπων που, με τα βραχιολάκια στο χέρι, βίωναν τις διακοπές τους και έφευγαν σχεδόν χωρίς να ξέρουν σε ποια χώρα τους φέραν. Η εποποιία του Ζορμπά, των παιδιών του Πειραιά, παρήλθε ανεπιστρεπτί. Πωλήθηκαν κατά κόρον και ο μύθος και η παρθενικότητα της χώρας, αλλά και το συμπαθές ναΐφ του μέσου ρωμιού αντικαταστάθηκε από την κουτοπονηριά, από το απρόσωπο, από τον μέσο όρο των super market και των τραπεζών και τώρα το σλόγκαν του Υπουργείου Τουρισμού "Έλα στην Ελλάδα να ζήσεις τον μύθο σου" ακούγεται γελοίο και κούφιο.
Υπάρχει μια άλλη Ελλάδα μες στην Ελλάδα, εξόριστη και καταδικασμένη από τα ποικίλα golden boys και τους εγχώριους κερδοσκόπους που δεν αναγνωρίζουν πατρίδα ή πολιτισμό, αλλά ορκίζονται στη money-land. Ανίκανοι και άπληστοι.
Δεν συμμετείχα στους ολυμπιακούς αγώνες γιατί ήμουν σίγουρος ότι μετά την φαμφάρα θα ακολουθούσε η ξεφτίλα, όπως και έγινε. Η Αθήνα είναι πρωτοφανές φαινόμενο πρωτεύουσας που έχει τον μισό πληθυσμό της χώρας στην επικράτειά της. Αλαζονική πόλη, αφού λανσάρεται ως μητέρα της δημοκρατίας και του μέτρου. Τώρα είναι αμετροεπής μητρόπολη, βρώμικη μητέρα απίστευτης εγκληματικότητας. Δημοκρατία δεν υπάρχει, πολιτικό σύστημα δεν υπάρχει. Όλα ελέγχονται από το ΔΝΤ, την Ευρώπη, τους Γεωργιανούς και Ρουμανόγυφτους εγκληματίες. Παλιότερα σκεφτόμουν μήπως φέρναμε 100 Γερμανούς (βλέπε Ρεχάγκελ), να αναλάβουν για 100 χρόνια τη χώρα, μπας και ισορροπήσει. Θα με κατηγορούσαν για ανθέλληνα. Τώρα τους έφεραν ή ήρθαν λόγω ανωτέρας βίας και την πληρώνουν αυτοί που δεν έφταιξαν. Χιλιάδες χάνουν τις δουλειές τους, άλλοι αυτοκτονούν και άλλοι αγοράζουν ακριβά σπίτια στο κέντρο του Λονδίνου. Κατά τα άλλα, τα εκλεκτά στελέχη του ελληνικού status πουλούν φούμαρα ότι είναι απόγονοι του Αριστοτέλη, του Σωκράτη και του Ηράκλειτου. Και αυτά χωρίς εσωτερική λογική, και έτσι ξανακαταλήξαμε σε μια νέα greek salad, σε μια δραματική φαρσοκωμωδία. Εγώ προσπάθησα να καταλάβω τι συμβαίνει και να αντιπροτείνω κάποιες λύσεις. Ως εκ τούτου υπέστην ποικίλα πογκρόμ. Ηττήθηκε η αντίληψή μας, γι' αυτό φτάσαμε στο παρόν χάλι. Αντιλαμβάνομαι ότι όλα αυτά είναι μέρος μιας παγκόσμιας κρίσης. Το ανθρώπινο είδος βρίσκεται στο απόλυτο αδιέξοδο. Ο πλανήτης έχει καταστραφεί. Δεν μπορούμε πια να αναπτύξουμε τους ρυθμούς της βιομηχανίας όπως παλιά και ταυτόχρονα να σώσουμε το περιβάλλον. Τι μέλλει γενέσθαι; Κάθε κρίση γεννά πόλεμο. Το απεύχομαι και κάνω κάθε τι για να μην μας συμβεί. Γεννήθηκα σαράντα μέρες μετά τη βόμβα στη Χιροσίμα. Ως εκ τούτου προσπαθώ στη Μέση Ανατολή, εδώ και οχτώ χρόνια, να δημιουργηθεί ένας κοινός παρονομαστής για τους δυο λαούς, γιατί από αυτό το άλυτο πρόβλημα μπορεί να ξεκινήσει ένας παγκόσμιος πόλεμος.
Ονειρευόμουνα να γίνει η Ελλάδα μια πολιτισμική Ελβετία και μητέρα που θα κυοφορήσει ένα όραμα για την παγκόσμια ειρήνη. Τώρα είμαστε στο στόχαστρο όλου του δυτικού κόσμου και παράδειγμα προς αποφυγή. Να μην ξεχάσω να πω ότι πριν από χρόνια έστειλα μια επιστολή στην Süddeutsche Zeitung περί όλων αυτών, αλλά δεν ενδιαφέρθηκαν για το θέμα. Πέρυσι και φέτος ο Γερμανός ανταποκριτής της ίδιας εφημερίδας στην Κωνσταντινούπολη ήρθε στην Ελλάδα, μου πήρε δύο συνεντεύξεις και πάλι η διεύθυνση της εφημερίδας αδιαφόρησε. Πάντως εγώ προσπάθησα. Επίσης, ως προς το θέμα που ετέθη να πουλήσει η Ελλάδα τα νησιά της και την Ακρόπολη, έχω να πω: (α) Η Ακρόπολη δεν είναι ιδιοκτησία μας. Ανήκει σε όλη την ανθρωπότητα και (β) Μεγάλες εκτάσεις της Ελλάδας, και όχι μόνο, έχουν αγοραστεί από Γερμανούς. Πρόσφατα συμμετείχα σε ένα φεστιβάλ ποίησης στη Μαγιόρκα, όπου ο κυβερνήτης της μας έλεγε με αγωνία ότι οι Γερμανοί έχουν αγοράσει το 80% του νησιού και θέλουν να το προσαρτήσουν στη Γερμανία. Αν αυτό αποτελεί ένα σχέδιο επεκτατισμού στον νότο εκ μέρους της Γερμανίας, δεν γνωρίζω. Αν, λόγω της κρίσης, οι νεοέλληνες ξαναχαθούμε στη διασπορά, θα ήθελα να έρθουν στην Ελλάδα ποιητές, διανοούμενοι, επιστήμονες από όλο τον κόσμο, και από εδώ να ξεκινήσει μια προσπάθεια διαιώνισης της ζωής πάνω στον πλανήτη σε ένα ανώτερο επίπεδο.
Αυτά προς το παρόν. Σας χαιρετώ όλους και τον καθένα χωριστά.
Εμμανουήλ Ρασούλης, Έλλην τραγουδοποιός»

Monday, March 5, 2012

ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ

ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ

 

Του Σαράντου Καργάκου

 

Ιστορικού - Συγγραφέως

     Απέφευγα για λόγους προσωπικής ευαισθησίας (έχουμε κι εμείς βέβαια τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα μας!) ν' αναφερθώ στο περιβόητο θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων. Ήμουν εξήμισυ ετών όταν ανήμερα σχεδόν του Αγίου Νικολάου του 1943 οι Γερμανοί πηγαίνανε για σκοτωμό τ' αδέρφια του πατέρα μου. Η μάνα μου λέει πως με κρατούσε από το χέρι. Πέρασε το αυτοκίνητο με τους μελλοθάνατους από μπροστά μας, ο μικρός θείος μου που ήταν δεν ήταν 30 ετών, σήκωσε το χέρι και μας χαιρέτισε μ' ένα πικρό χαμόγελο.

          Και μετά το αυτοκίνητο χάθηκε σε κάποια στροφή. Τότε για πρώτη φορά άκουσα κι έμαθα τη λέξη εκτέλεση. Κι η λέξη έμεινε άσβηστη στη συνείδησή μου, γιατί έκτοτε είχαμε κι άλλες, κι άλλες πολλές ακόμη εκτελέσεις. Έφευγαν από κοντά μας αγαπημένα πρόσωπα κι ο κόσμος έλεγε: «Τα πήγαν για εκτέλεση»!

          Κάποτε τα δεινά έληξαν και στον τόπο εγκαθιδρύθηκε μια κουτσή και στραβή τάξη. Η οικογένειά μου περνούσε δύσκολες ώρες αφόρητης φτώχειας. Η Κατοχή μάς είχε εξουθενώσει. Κάποιοι δικηγόροι ξεκίνησαν έναν αγώνα για αποζημιώσεις. Μάζευαν υπογραφές από συγγενείς θυμάτων. Υπόσχονταν -αν θυμάμαι καλά- δύο χιλιάδες το «κεφάλι». Πήγαν και στον πατέρα μου να υπογράψει, μα ο φτωχούλης αρνήθηκε με βδελυγμία. «Δεν κοστολογούνται τα κεφάλια των αδελφών μου», είπε. Κι ένιωσε πως ανταπέδιδε με τη φράση αυτή την καλύτερη τιμωρία στην επηρμένη μεταπολεμική Γερμανία, τη Γερμανία του οικονομικού θαύματος, που στηρίχθηκε στην ξένη εργασία και στην αφειδώς παρεχόμενη αμερικανική βοήθεια.

    Αν σ' όλη αυτή τη μακρά διαδικασία με πληγώνει κάτι, είναι όχι αυτή καθαυτή η εκτέλεση, αλλά η «νομιμότητα» αυτής της εκτέλεσης. Οι γερμανικές αρχές είχαν διακηρύξει πως για κάθε σκοτωμένο Γερμανό θα εκτελούνταν 40 άμαχοι Έλληνες. Ας το σκεφθούμε αυτό: 40 Έλληνες έναντι ενός Γερμανού! Έτσι μας κοστολόγισαν κι έτσι μας κοστολογούν. Ένας Έλληνας είναι υποπολλαπλάσιο του Γερμανού. Αυτό εκφράζει όχι απλώς τη ναζιστική θηριωδία αλλά τη γενικώτερη ευρωπαϊκή νοοτροπία. Γιατί, όπως πολύ σοφά έλεγε ο Ντισραέλι, «μπορεί μια αποικία ν'  απέκτησε ανεξαρτησία, αλλά δεν παύει γι'  αυτό το λόγο να είναι αποικία».

          Αν σήμερα οι Γερμανοί δυστροπούν να πληρώσουν την επιδικασθείσα από τα Δικαστήρια αποζημίωση στους μαρτυρικούς κατοίκους του Διστόμου (και όχι μόνον του Διστόμου), δεν το κάνουν μόνο από τσιγκουνιά, το κάνουν για να μας ταπεινώσουν ακόμη μια φορά. Αρνούνται υπόσταση στα δικαστήριά μας. Ουσιαστικά δεν αναγνωρίζουν σε μας υπόσταση κράτους. Παραπέμπουν το ζήτημα στον Υπουργό. Αυτός είναι ένας περιδεής εκπρόσωπος της Νέας Τάξης που δεν λογοδοτεί στον ελληνικό λαό αλλά στα Διευθυντήρια των Νέων Καιρών.

    Αυτό που όμως με θλίβει δεν είναι η ψυχική κακομοιριά των κυβερνώντων, είναι το ηθικό κατάντημα κάποιων δημοσιογράφων. Άκουγα ένα μεσημέρι κάποιον ραδιοσχολιαστή που με άκρως περιφρονητική φωνή στιγμάτιζε τη συμπεριφορά των Διστομιτών, επειδή κατέφυγαν στα ασφαλιστικά μέτρα κατά των Γερμανών. Κι έλεγε: «Πού φθάσαμε...»! Έπρεπε να είχε ζήσει τη γερμανική φρίκη της Κατοχής, για να είχε δει το πού φθάνε το κτήνος όταν κυριεύει την ανθρώπινη ψυχή. Τι έκαναν οι κάτοικοι του Διστόμου από το να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη; Μήπως έπρεπε κι αυτοί - κι όχι μόνο αυτοί- να συμπεριφερθούν γερμανικά,  δηλαδή να πιάσουν καμμιά πεντακοσαριά Γερμανούς τουρίστες και να τους κρατήσουν ομήρους ή να τους εκτελέσουν; Στα αντίποινα των Γερμανών εμείς δεν απαντήσαμε με αντίποινα. Οι Γερμανοί τιμωρήθηκαν ελάχιστα γι' αυτά που διέπραξαν στον τόπο μας. Κάλυψαν ένα ελάχιστο μέρος των αποζημιώσεων που όφειλαν. Συνέχισαν τη ναζιστική πολιτική, όχι βέβαια στη γραμμή του Χίτλερ (δεν είναι ακόμη καιρός) αλλά στη γραμμή του Γκαίμπελς. Παραπλάνηση και εξαπάτηση. Και μετά αποθράσυνση. Θα 'ρθει στιγμή που θα μας ζητήσουν αποζημίωση για τις σφαίρες που ξόδεψαν για να μας... σκοτώσουν.

    Μέρος Δεύτερο

    Το κείμενο που προηγήθηκε είχε γραφτεί προ πολλών ετών για να δημοσιευθεί στην εφημερίδα όπου αρθρογραφούσα επαγγελματικώς. Δεν δημοσιεύθηκε· και σε λίγες ημέρες «εκτελέστηκα» και δημοσιογραφικώς. Μου τράβηξαν το χαλί επιτηδείως κάτω από τα πόδια μου. Τώρα που ήλθαν οι δύσκολοι καιροί και η Γερμανία μάς φόρεσε καπίστρι, πολλοί σταθμοί και πάμπολλα έντυπα μού ζητούν να μιλήσω και να γράψω για τις περιβόητες αποζημιώσεις. Μου ζητήθηκε να μιλήσω και για τις εκτελέσεις. Κι αντιμετώπισα τις λοιδορίες δύο «καναλοκύνων». Αναφερόμουν στην εκτέλεση των συγγενών μου και στην υπέροχη στάση της γιαγιάς μου. Ήμουν μπροστά, όταν ο πατέρας τής ανακοίνωσε την εκτέλεση των δύο παιδιών της, των δύο αδελφών του. Η γιαγιά -βαθιά χριστιανική ψυχή- κατέβασε το μαύρο τσεμπέρι ως τα μάτια και πριν τυλίξει με αυτό το      στόμα για να μη βγει κραυγή οδύνης, κατόρθωσε να μουρμουρίσει:

    - Ο θεός να τους συγχωρέσει για το κακό που μου έκαναν!...

    Κι έπειτα κλείστηκε στη βαθιά σιωπή της. Που και που ένα σιγαλό - σαν αγεράκι απαλό-  μοιρολόι.

    Πέρασαν κάποια χρόνια. Ήμουν στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου, την λεγόμενη τότε «Ογδόη». Ο πατέρας έφθασε ένα μεσημέρι ράκος στο σπίτι. Τον είχε επισκεφθεί στο κατάστημα του «Δραγώνα» (Αιόλου 89) ο άνθρωπος που είχε βάλει στη λίστα των μελλοθάνατων τα αδέρφια του. ήταν ετοιμοθάνατος· τον «κουράριζε» στον Άγιο Σάββα, εξάδελφός μου ογκολόγος. Του έμεναν λίγες ημέρες ζωής. Ζήτησε από τον εξάδελφό μου την άδεια να βγει για λίγες ώρες· έπρεπε κάποιον να δει. Και πήγε να βρει τον πατέρα μου. Δεν μπορούσε να ανέβει στον ημιώροφο. Τον ζήτησε και κατέβηκε ο πατέρας. Σαν τον είδε πάνιασε.

    - Ήλθα να πάρω τη συγγνώμη σου, του είπε ο άλλος. Σε λίγες μέρες πεθαίνω...

    Ο πατέρας, βαθιά συγκλονισμένος, μόλις κατόρθωσε να ψελλίσει μία φράση:

    - Να 'σαι συγχωρεμένος...

    Ανέβηκε γρήγορα τις σκάλες και κλείστηκε στο γραφειάκι που ήταν το λογιστήριο. Δεν ήθελε να τον δει κανείς με δάκρυα στα μάτια. Ήταν ένας μικρόσωμος άνθρωπος με υψηλή περηφάνεια. Μας τα είπε στο σπίτι με αναφιλητά. Ήταν η πρώτη φορά που μάλωσα με τον πατέρα μου. Με τη σκληρότητα της νεανικής ηλικίας πίστευα πως η συγγνώμη σ'  έναν εγκληματία συνιστά αδικία. Σήμερα το ίδιο θα έπραττα κι εγώ, Αυτό δεν σημαίνει πως έκοψα να είμαι Μανιάτης. Αλλά η πείρα μιας μακράς ζωής με εδίδαξε ότι η καλύτερη εκδίκηση είναι η συγγνώμη.  Γι'  αυτό συγχωρώ και τον δημοσιογράφο - κάποτε φίλο-  και τα παρασαρκώματα που τον περιστοιχίζουν, που, χωρίς να φορούν την στολή της «Βέρμαχτ», συνεχίζουν με άλλα μέσα το έργο τους.

    Συγχωρώ ακόμη και τους Γερμανούς δημοσιογράφους, τραπεζίτες και πολιτικούς για όσα μας κάνουν. Κι όχι απλώς τους συγχωρώ, αλλά τους ευγνωμονώ. Από τη δική τους αγνώμονα στάση, θα ξεπηδήσει η δική μας ανάταση, η νέα εθνική μας επανάσταση. Όχι κατά των Γερμανών αλλά κατά των υπολειμμάτων του δωσιλογισμού που «κοπροκρατούν» (το ρήμα του Ελύτη) πολιτικά και οικονομικά τη δόλια πατρίδα μας.

   

Υ.Γ. Το πρωτότυπο κείμενο είναι δημοσιευμένο σε πολυτονικό

Πηγή: Αθηναϊκό Ημερολόγιο 2012,      Εκδόσεις Φιλιππότη


ποιος πληρώνει


http://www.epikaira.gr/epikairo.php?id=39478&category_id=89

Φόροι 44 δις για το λαό

04/03/2012 - 20:07


Του Νίκου Μπογιόπουλου*
Επειδή η φοροεπιδρομή καλά κρατεί, επειδή κάθε νέα ένταση και...
 
Φόροι 44 δις για το λαό

κάθε νέα μέτρα φοροεπιδρομής συνδυάζονται με τα παραμύθια περί «αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής», επειδή το κράτος των μονοπωλίων συνεχίζει να διατηρεί ζωντανή τη γελοία συζήτηση για τη ...βοήθεια, λέει, των«φορο-πάντσερ» από τη Γερμανία,καλό είναι να θυμηθούμε όχι μόνο ποιοι φοροδιαφεύγουν (αυτό είναι γνωστό), αλλά και ποιοι πληρώνουν φόρους σε συνδυασμό με το ποιοι απαλλάσσονται («νόμιμα» και «ηθικά») από φόρους.

 

 

Ένα στοιχείο αρκεί:

 

Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2012, που συνέταξαν και ψήφισαν οι «σωτήρες» (χωρίς δηλαδή να συμπεριλαμβάνονται τα «έκτακτα» του δεύτερου Μνημονίου), οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι άνεργοι, οι ημιαπασχολούμενοι, οι αυτοαπασχολούμενοι βιοπαλαιστές, είτε με τη μορφή των άμεσων είτε με τη μορφή των έμμεσων φόρων, των χαρατσιών κλπ., θα επωμιστούν φέτος φορολογικά βάρη ύψους τουλάχιστον 43,7 δισ. ευρώ!

  

Την ίδια ώρα, οι φόροι που ο προϋπολογισμός προβλέπει ότι θα πληρωθούν (αν πληρωθούν) από τις αρκετές δεκάδες χιλιάδες μεγάλες επιχειρήσεις που λειτουργούν στη χώρα, ξέρετε πόσοι είναι;

Μόλις 2,2 δισ. ευρώ!

 

 

Χρειάζονται περισσότερα σχόλια για το είδος της «φορολογικής δικαιοσύνης» που εκπροσωπούν οι «φορο-Ράμπο» μας;


Saturday, March 3, 2012

Δεσμευμένοι ελευθεριάζοντες, του Γιάννη Βαρουφάκη

Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, λίγο μετά το Κραχ του 1929 που άλλαξε βίαια τον κόσμο, ξεκίνησε μια τιτάνια διαμάχη μεταξύ φιλελεύθερων οικονομολόγων για το τι είχε συμβεί και τι έπρεπε να γίνει για να καταπολεμηθεί η Κρίση. Σήμερα, το δικό μας 1929 (το Κραχ του 2008-12), έχει ξαναφέρει στο προσκήνιο την ίδια περίπου συζήτηση διεθνώς. Άλλη μια φορά απόψεις του φιλελεύθερου Keynes συγκρούονται αλύπητα με τις αντίθετες απόψεις του φιλελεύθερου Hayek. Από την μία έχουμε φιλελεύθερους που θεωρούν, όπως ο Hayek, ότι η λύση βρίσκεται στο να αφεθεί η αγορά να λειτουργήσει όπως μόνο εκείνη μπορεί (με μειώσεις τιμών και μισθών που θα φέρουν την ανάκαμψη των ποσοτήτων και της απασχόλησης) και από την άλλη έχουμε φιλελεύθερους που θεωρούν, όπως ο Keynes, ότι χωρίς συντονισμένη από το κράτος επενδυτική πολιτική οι αγορές θα παραπαίουν με τεράστιο κόστος για όλους.

Ο λόγος που έκρινα σκόπιμο να γράψω τα παρακάτω είναι ότι στο Μνημονιστάν που ζούμε, ή λατινιστί Bailoutistan (*), η συζήτηση αυτή παίρνει μια πολύ περίεργη μορφή (αν θέλετε μια αγγλική έκδοση του παρόντος, πατήστε εδώ). Μια μορφή που αντανακλά βασικές κακοήθειες της ελληνικής πραγματικότητας. Σήμερα θα επικεντρωθώ στους έλληνες οπαδούς μίας εκ των δύο αυτών σχολών: σε εκείνους που εμπνέονται από τον φιλελεύθερο Hayek (μεταξύ άλλων, όπως π.χ. ο von Mises). Και θα θέσω ερωτήματα σχετικά με την συνέπεια των λόγων τους με την σκέψη και στάση του Hayek.
Πριν φτάσουμε όμως εκεί, ας θυμηθούμε την τιτάνια διαμάχη των δύο ανδρών που ξεκίνησαν αυτή την συζήτηση στις σκοτεινές μέρες του Μεσοπόλεμου.
Hayek εναντίον Keynes

Λίγο μετά το Κραχ του 1929, ο John Maynard Keynes, ο φιλελεύθερος καθηγητής οικονομικών στο Cambridge, έσπασε το πιο ισχυρό ταμπού του επαγγέλματος των πανεπιστημιακών οικονομολόγων της εποχής: Ήρθε σε ρήξη με την άποψη του Βρετανικού Υπουργείου Οικονομικών που θεωρούσε δεδομένο πως μια οικονομία σε βαθειά ύφεση θα ανακάμψει αυτόματα. Ότι, εφόσον μειωθούν οι μισθοί και τα επιτόκια «αρκετά», κάποια στιγμή θα αντιδράσουν δημιουργικά οι επιχειρηματίες αυξάνοντας την απασχόληση και τις επενδύσεις τους.

Η ένσταση του Keynes ήταν ότι, μετά από μία κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος (όπως εκείνη του 1929 ή του 2008) που μετατρέπεται σε ύφεση της πραγματικής οικονομίας, είναι πολύ πιθανόν η παραγωγή, οι επενδύσεις και τα εισοδήματα να «κλειδωθούν» σε πολύ χαμηλά επίπεδα – σε μια «κακή» ισορροπία από την οποία καμία μείωση μισθών και επιτοκίων δεν μπορεί να βοηθήσει την οικονομία να αποδράσει. Υπό αυτές της συνθήκες αποτελμάτωσης, υποστήριξε ο Keynes, η προσπάθεια μείωσης των δημόσιων ελλειμμάτων μέσα από περικοπές δημόσιων δαπανών, και μείωσης της ανεργίας μέσω μείωσης των μισθών, μόνο σε αυτό-γκολ θα οδηγήσει τους διαμορφωτές της οικονομικής πολιτικής. Γιατί; Επειδή η μείωση των δημόσιων δαπανών θα ενισχύσει την ύφεση, η μείωση των μισθών θα μειώσει κι άλλο την συνολική ζήτηση, τα φορολογικά έσοδα θα μειωθούν κι άλλο, η ανεργία θα φουντώσει και, έτσι, όλοι θα βγουν χαμένοι: εργαζόμενοι, δημόσιο, επιχειρηματίες.
Όλα αυτά σας είναι πλέον γνωστά και δεν σκοπεύω να εντρυφήσω περαιτέρω στην άποψη του Keynes. Απλά την παραθέτω ως εισαγωγή στην σκέψη του μεγάλου αντίπαλου του Keynes, του Friedrich von Hayek. Η παρέμβαση του Hayek ήταν και παραμένει σημαντική. Καθώς η κριτική του Keynes κέρδιζε έδαφος, όσο η άποψη του Υπουργείου Οικονομικών εξευτελιζόταν καθημερινά (όσο οι περικοπές μισθών και δαπανών αποτύγχαναν να τιθασεύσουν ελλείμματα και ανεργία), ο Hayek ήταν εκείνος που (α) εξαπόλυσε την ισχυρότερη κριτική εναντίον του Keynes (και της πολιτικής κρατικών παρεμβάσεων που υποστήριζε ο Keynes), και (β) παρουσίασε μια διαφορετική εξήγηση των αιτίων της Κρίσης αλλά και του τι πρέπει να γίνει.

Η διάγνωση του Hayek για τα αίτια της Κρίσης ήταν απλή: Οφείλονται σε περιόδους δημιουργίας φθηνού χρήματος από το χρηματοπιστωτικό σύστημα (τις τράπεζες ως επί το πλείστον) το οποίο διοχετεύεται σε τομείς, κλάδους, επιχειρήσεις και χώρες υψηλού ρίσκου. Αυτό που συμβαίνει, κατά τον Hayek, είναι ότι περίοδοι σταθερότητας ρίχνουν τα επιτόκια και έτσι οι τράπεζες αρχίζουν να θέλουν να δανείσουν σε επισφαλείς πελάτες για να τους χρεώνουν υψηλότερα επιτόκια. Αυτό δημιουργεί λογιών-λογιών φούσκες: Φούσκες επενδύσεων, φούσκες καταναλωτικές, φούσκες δημόσιου δανεισμού και δημόσιων έργων, φούσκες στα χρηματιστήρια. Οι φούσκες δημιουργούν αισιοδοξία, η αισιοδοξία αυξάνει τις ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις, αυτές με την σειρά τους αυξάνουν τα εισοδήματα, τα μεγαλύτερα εισοδήματα επιτρέπουν στους επισφαλείς πελάτες των τραπεζών να αποπληρώνουν τα δάνειά τους κ.ο.κ. έως ότου έρχεται η στιγμή της αλήθειας, σκάνε οι φούσκες και όλοι χρωστούν σε όλους χωρίς κανείς να μπορεί να πληρώσει.

Έως εδώ οι Hayek και Keynes δεν διαφωνούν. Η διαφωνία τους αρχίζει στο τι πρέπει να γίνει όταν οι φούσκες πλέον σκάσουν. Αντίθετα με τον Keynes που πίστευε ότι το κράτος πρέπει να αποτρέψει την αποτελμάτωση και την δημιουργία μιας «κακής» ισορροπίας, ο Hayek έκρινε ότι το Κραχ ήταν η Πραγματικότητα ενώ η πρότερη περίοδος Ανάπτυξης ήταν το Ψέμμα. Ότι το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι «να αφήσουμε την ύφεση να κάνει την δουλειά της» - το σκληρό αλλά «θεάρεστο έργο» της. Και ποιο είναι αυτό το «θεάρεστο έργο» που επιτελεί η ύφεση; Καταστρέφει («ρευστοποιεί» ήταν το ρήμα που χρησιμοποιούσε ο Hayek) τα «κακά χρέη», διαλύει δηλαδή τα χρέη που χτίστηκαν ηλιθιωδώς την Εποχή του Ψέμματος και τα οποία δεν μπορούν πλέον να αποπληρωθούν. Κι αν αυτό σημαίνει ότι πολλοί θα υποφέρουν, τι να κάνουμε. Ας είναι. Όπως το επόμενο πρωί ενός κακού μεθυσιού το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να πάρουμε μια ασπιρίνη και να κάνουμε υπομονή, έτσι και με τα Κραχ: η ύφεση που τα ακολουθεί είναι επίπονη αλλά καθαρτική και πρέπει να την αφήσουμε να λειτουργήσει λυτρωτικά, χωρίς κρατικές παρεμβάσεις που θυμίζουν την προσπάθεια μετρίασης του πονοκέφαλου πίνοντας κι άλλα οινοπνευματώδη. Η πτώχευση του υπερχρεωμένων οργανισμών, επιχειρήσεων, νοικοκυριών, κρατών, είναι τραυματική αλλά απαραίτητη. Θυμίζει τον ρόλο της Κόλασης στο Χριστιανικό Δόγμα: δυσάρεστη αλλά μη εξαιρετέα.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να προσέξουμε μια ειδοποιό διαφορά του Hayek από όψιμους θιασώτες της αγοράς, όπως οι πολιτικοί της Βρετανίας τότε ή της ΕΕ σήμερα, οι οποίοι πασχίζουν, εν καιρώ Κρίσης, να χαϊδεύουν αυτιά. Εκεί που η επίσημη τοποθέτηση του Βρετανικού υπουργείου οικονομικών τότε, ή της ΕΕ σήμερα, ήταν ότι η μείωση των δημόσιων δαπανών και των μισθών θα μας επιστρέψει στην προ της Κρίσης ευημερία και θα βοηθήσει να αποπληρωθούν τα χρέη, ο Hayek δεν υπόσχεται τίποτα τέτοιο. Όταν του έλεγαν ότι η ύφεση, ακόμα και να αφεθεί να πράξει το «θεάρεστο καθήκον» της, μπορεί να μην πετύχει ποτέ να αναπληρώσει τα χαμένα εισοδήματα, ή να αποπληρώσει τα παλαιά και νέα χρέη, εκείνος σήκωνε τους ώμους του και έλεγε: αυτά έχει η ζωή! Ο λόγος πίσω από αυτή την στωικότητα ήταν, βέβαια, ότι ο ίδιος θεωρούσε την ανάπτυξη που προηγήθηκε του Κραχ κίβδηλη. Άρα, ρωτούσε: Γιατί να επιστρέψουμε εκεί μετά το Κραχ; Κι αν δεν επιστρέψουμε εκεί, που θα πάμε; Η απάντηση του Hayek ήταν αφοπλιστική: Δεν έχουμε ιδέα! Όχι μόνο δεν γνωρίζουμε αλλά, χειρότερα, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε. Το μόνο που ξέρουμε είναι ότι, όπου και να καταλήξουμε, θα είναι «καλύτερα» από εκεί που θα βρεθούμε αν ακολουθήσουμε την πολιτική των μεγαλύτερων παρεμβάσεων ενός κράτους το οποίο, αρνούμενο την πραγματικότητα (ότι η πρότερη ανάπτυξη ήταν φούσκα, και ότι τα χρέη που χτίστηκαν πάνω της δεν μπορούν να αποπληρωθούν), δημιουργεί νέα χρέη και οικοδομεί ένα μέλλον χειρότερο από εκείνο που θα είχαμε αν (το κράτος) καθόταν στα αυγά του.
Ας αφήσουμε λοιπόν, προτείνει ο Hayek, την ύφεση και μια ακολουθία πτωχεύσεων να καθαρίσουν τον Κόπρο του Αυγείου που μας άφησε το φαγοπότι των περασμένων ετών. Ας αφήσουμε την αγορά να κάνει εκείνο που ξέρει καλύτερα: να παραγάγει το βέλτιστο από όλα τα εφικτά μέλλοντα μας σπάζοντας τις φούσκες και διαγράφοντας ανόητα χρέη.

Τι θα έλεγε ο Hayek για την Ελλάδα, σήμερα;

Όπως θα παρατηρήσατε από τα πιο πάνω, σκοπός μου δεν είναι να κρίνω την θεωρία του Hayek. Ούτε και να αναλωθούμε σε μια αντιπαράθεση του  Hayek με τον Keynes. Όχι, σκοπός μου είναι να εστιάσω (α) στο τι θα έλεγε ο Hayek σήμερα περί Μνημονίων κλπ και (β) στον περίεργο τρόπο με τον οποίο τα Μνημόνια «μετάλλαξαν» έλληνες φιλελευθέρους των οποίων η σκέψη έχει, υποτίθεται, επηρεαστεί από θεωρητικούς όπως ο Hayek.
Τι θα μας έλεγε λοιπόν ο Hayek σήμερα αν μπορούσε να μας στείλει μήνυμα από το υπερπέραν; Επιτρέψτε μου να ισχυριστώ ότι το μήνυμα αυτό θα περιείχε τουλάχιστον δύο εξηγήσεις της τραγικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται η χώρα μας και η οποία απειλεί να την μετατρέψει σε κρανίου τόπον.

Η πρώτη εξήγηση της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας

Ο Hayek, συνεπής με την εξήγησή του όλων των περιόδων ύφεσης, θα καταδείκνυε τις φούσκες που σχηματίστηκαν την περίοδο 1996-2008  λόγω υπερβολικής τραπεζικής πίστης τόσο προς τον ιδιωτικό όσο και προς τον δημόσιο τομέα. Αυτός ο οχετός πίστης (δανεισμού) σχημάτισε φούσκες στο χρηματιστήριο, στην αγορά ακινήτων, στον δημόσιο τομέα και στην αγορά εργασίας. Τα ποτάμια χρήματος που έρρεαν προς την Ελλάδα ώθησαν όλες τις τιμές στα ουράνια δημιουργώντας μια επίπλαστη «ανάπτυξη» που θα μετατρεπόταν σε κραχ με την ίδια σιγουριά που η μέρα δίνει την θέση της στην νύχτα. Και καθώς ο ρυθμός της επίπλαστης «ανάπτυξης», σε σύγκριση με τον πραγματικό παραγωγικό ιστό της οικονομίας, ήταν τόσο μεγάλος, το ίδιο βαρύγδουπη ήταν και η πτώση που ακολούθησε.
Συνεπώς, οι έλληνες πρέπει να αποδεχθείτε (είναι σαν να ακούω τον Hayek να μας λέει) ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική από την «ρευστοποίηση» χάρτινων τίτλων (δηλαδή, να μάθουμε να ζούμε με χαμηλές τιμές μετοχών στο χρηματιστήριο), την ρευστοποίηση των αγροτικών εισοδημάτων (τουλάχιστον όσων αγροτών βασίζονται στην καλοσύνη των ευρωπαίων φορολογουμένων), την ρευστοποίηση των τιμών των ακινήτων (ενθυμούμενοι πως είχαμε φτάσει στο σημείο διαμερίσματα στο Κολονάκι να κοστίζουν ακριβότερα από lofts στην Νέα Υόρκη), την ρευστοποίηση της εργασίας (δηλαδή των θέσεων εργασίας που δεν παράγουν προϊόν αξίας αρκετής για να καλύψουν το κόστος τους) κλπ.

Η δεύτερη εξήγηση της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας

Μετά την διάγνωση της ασθένειας, ο Hayek θα προέβαινε σε εντονότατη κριτική της θεραπείας που εφαρμόζεται εδώ και δύο χρόνια και, συγκεκριμένα, της προσπάθειας να αποφευχθεί η στάση πληρωμών, το default, του ελληνικού δημοσίου απέναντι στους δανειστές του εντός της ευρωζώνης. Ο Hayek, για να το πω σκληρότερα, θα αναθεμάτιζε την ιδέα νέου κρατικού δανεισμού σε πτωχευμένο κράτος για να αποπληρωθούν τα παλαιά και νεότερα δανεικά. Θυμηθείτε την άποψή του ότι όλα τα «κακά χρέη» πρέπει να «ρευστοποιηθούν», δηλαδή να διαγραφούν, καθώς (α) δεν είναι δυνατόν να αποπληρωθούν και (β) είναι απαραίτητο, μετά το Κραχ, να τιμωρηθούν ανάλογα τόσο αυτοί που τα πήραν όσο και εκείνοι που τα έδωσαν. Γιατί λοιπόν να ρευστοποιηθούν όλα τα «κακά χρέη» εκτός από εκείνα του δημοσίου; Για τον Hayek απάντηση σοβαρή δεν υπάρχει. Μήπως όμως ο ίδιος ο Hayek θα άλλαζε γνώμη επειδή η Ελλάδα βρίσκεται στην ευρωζώνη, δηλαδή σε μια νομισματική ένωση που στις μέρες του δεν υπήρχε ακόμη; Μήπως το γεγονός ότι σήμερα υπάρχει το ευρώ, και η Ελλάδα είναι μέλος του, εξαιρεί το δημόσιο χρέος μιας χώρας-μέλους από το επιχείρημα του υπέρ της ρευστοποίησης των «κακών χρεών»;

Πριν απαντήσω, αξίζει τον κόπο να ρίξουμε μια ματιά στην αμφίθυμη σχέση του Hayek με την ιδέα ενός κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος υπό την αιγίδα μιας Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Γνωστός πολέμιος των Κεντρικών Τραπεζών (**), ο Hayek είχε τα εξής να πει για το ευρώ που τελικά προέκυψε:
«Αν και κατανοώ πλήρως την επιθυμία για την ολοκλήρωση της Δυτικής Ευρώπης μέσα από την απόλυτη ελευθερία των χρηματικών ροών μεταξύ των χωρών της, διατηρώ σοβαρές επιφυλάξεις για την επίτευξη αυτού του σκοπού μέσω της δημιουργίας ενός νέου ευρωπαϊκού νομίσματος το οποίο θα διαχειρίζεται μία υπερ-εθνική αρχή. Πέραν του ότι το βρίσκω απίθανο να συμφωνήσουν τα κράτη-μέλη σε μια κοινή νομισματική πολιτική την οποία θα ασκεί η υπερεθνική αρχή,… δεν μου φαίνεται καθόλου πιθανόν η διαχείριση του κοινού νομίσματος να είναι καλύτερη απ' ότι η διαχείριση των σημερινών εθνικών νομισμάτων.»

Ο Hayek τελικά αποδέχθηκε το ευρώ ως μέρος της προσπάθειας για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, χωρίς βέβαια να σταματήσει ποτέ να διατυπώνει τις επιφυλάξεις του – π.χ. την άποψη ότι είναι δύσκολη η συμβίωση σταθερών νομισμάτων και κυβερνητικών πολιτικών, που στόχο έχουν την επιβίωση των κομμάτων που τις στηρίζουν! Πάντως όπως και να ερμήνευε τις προσπάθειες της κας Merkel, του κ. Sarkozy και του κ. Draghi να «σώσουν» το ευρώ, ένα πράγμα δεν τελεί υπό αμφισβήτηση: Ο Friedrich von Hayek θα φύλαγε τα πιο δηλητηριώδη σχόλιά του για τις προσπάθειες των ευρωπαίων ηγετών να επιλύσουν το πρόβλημα του χρέους χωρών όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία δημιουργώντας μια νέα κατηγορία τοξικού χρέους (θυμηθείτε τα τοξικά ευρωομόλογα του EFSF) που στόχο έχει την (αδύνατη) εξυπηρέτηση «κακών χρεών» του ένοχου παρελθόντος με κόστος την υποθήκευση του μέλλοντος όλης της Ευρώπης.

Εν κατακλείδι, αν και δεν είναι ξεκάθαρο αν σήμερα ο Hayek θα πρότεινε την  διατήρηση της ευρωζώνης ως έχει ή όχι, είναι απόλυτα σίγουρο ότι θα επιχειρηματολογούσε έντονα και καταλυτικά υπέρ της «ρευστοποίησης» των «κακών χρεών» των τραπεζών και των κρατών-μελών. Ένα ολοκληρωτικό default (όχι απλώς στάση αλλά κατάργηση πληρωμών) θα ήταν, στα μάτια του Hayek, η μοναδική ατραπός που δεν έρχεται σε αντίθεση με το όραμά του όσον αφορά τα μεγάλα ζητήματα της ευρωζώνης. Ένα όραμα που θα τον έθετε σε πορεία σύγκρουσης με την λογική των δανειακών πακέτων «διάσωσης» καθώς και με την πρακτική της ΕΚΤ που πρόσφατα τύπωσε περίπου €1 τρις φρέσκου χρήματος με σκοπό τον δανεισμό των πτωχευμένων τραπεζών.

Η περίεργη περίπτωση των ελλήνων libertarians-οπαδών του Hayek

Στην Ελλάδα υπάρχουν φιλελεύθεροι συμπατριώτες μας που έχουν επηρεαστεί ιδιαίτερα από την σκέψη του Friedrich von Hayek, του συμπατριώτη του Lutwig von Mises, του αμερικανού Robert Nozick, και γενικότερα της σχολής σκέψης που στις αγγλοσαξονικές χώρες είναι γνωστή ως libertarians (ελευθεριάζοντες). Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Δράση του κ. Σ. Μάνου και της κας Μ. Ξαφά οι οποίοι, με συνέπεια, εδώ και καιρό (πολύ πριν την Κρίση) αρθρώνουν λόγο που διακατέχεται από την σκέψη του Hayek. Όμως, από τότε που το ελληνικό δημόσιο πτώχευσε, και ήρθαν τα απανωτά Μνημόνια, αυτή η μικρή αλλά με σημαντικό ειδικό βάρος, και πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις, πολιτική παράταξη μετετράπη σε μια «περίεργη περίπτωση».
Τι το «περίεργο» την χαρακτηρίζει; Το εξής: Ενώ οι έλληνες ελευθεριάζοντες διατηρούν την προσήλωσή τους στην θυμωμένη ανάλυση του Hayek όσον αφορά την «πρώτη εξήγηση της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας», από τότε που μας ήρθε το Μνημόνιο τελούν υπό πλήρη και βαθειά άρνηση όσον αφορά την «δεύτερη εξήγηση» που θα έδινε ο μεγάλος Αυστριακός γκουρού τους.

Τους ακούω και τους διαβάζω, με πολλή μάλιστα προσοχή, να μεταδίδουν το μήνυμα του Hayek ότι, στο Μνημονιστάν μας (και ιδίως στην Ελλάδα), δεν υπάρχει επιλογή πέραν την «ρευστοποίησης» των τιμών των μετοχών, των επιδοτούμενων αγροτικών εισοδημάτων, των τιμών των ακινήτων, των περισσότερων δημόσιων οργανισμών, και βέβαια ενός μεγάλου τμήματος των υπαρχουσών θέσεων εργασίας. Μιλούν ευθαρσώς για την ανάγκη μεγάλης μείωσης του εθνικού και προσωπικού εισοδήματος έως ότου τα εισοδήματα πιάσουν «πάτο», έρθουν δηλαδή στο ίδιο επίπεδο με την παραγωγική ικανότητα της χώρας. (Προφανώς θεωρούν ακόμα και το σημερινό επίπεδο εισοδήματος πολύ υψηλό, φούσκα που δεν έχει ακόμα ξεφουσκώσει ικανοποιητικά, και που έχει ακόμα κι άλλο «αέρα» να δώσει έως ότου βρεθούμε στην «ισορροπία».) Όμως, την ίδια ακριβώς στιγμή, την μία φούσκα, το ένα «κακό χρέος», που δεν είναι διατεθειμένοι να δούνε να «ρευστοποιείται» είναι το δημόσιο χρέος. Γιατί αυτή η εξαίρεση;

Μία πιθανή εξήγηση είναι ότι θεωρούν την ελληνική περίπτωση μια «ιδιαιτερότητα» εντός της οποίας τα διδάγματα του Hayek αφορούν τα πάντα εκτός του δημόσιου χρέους. Πράγματι, αν τους ρωτήσουμε, είναι πιθανότατο να μας απαντήσουν με τρόπο που να υπονοεί εμμέσως πλην σαφώς πως έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στις ελληνικές ελίτ, στον ίδιο τους τον εαυτό, να ηγηθούν των μεταρρυθμίσεων που θα προκύψουν μέσα από τις «ρευστοποιήσεις» που, όπως επέμενε ο Hayek, αποτελούν την μόνη «λύση». Και από την στιγμή που δεν πιστεύουν ότι η ελληνική κοινωνία θα τους δώσει την ευκαιρία να ηγηθούν αυτής της μέσω-ρευστοποιήσεων-μεταρρύθμισης, εναποθέτουν όλες τους τις ελπίδες στις υπερ-εθνικές ελίτ (π.χ. τρόικα). Υπό αυτό το πρίσμα, αν για να ασχοληθούν οι υπερ-εθνικές ελίτ με την Ελλάδα [και να θέσουν σε λειτουργία στο εσωτερικό της χώρας (ίσως και με την επιστράτευση των εγχώριων θιασωτών του Hayek) τον απαραίτητο συνδυασμό «ρευστοποιήσεων» και «μεταρρυθμίσεων»] χρειάζεται η αποδοχή ότι το δημόσιο χρέος θα είναι η μοναδική φούσκα (απομεινάρι της προ του Κραχ εποχής) που δεν θα ρευστοποιηθεί (ώστε να μην θυμώσουν οι ξένες τράπεζες που στηρίζουν, και στηρίζονται από, τις υπερ-εθνικές ελίτ), τότε ίσως να αξίζει να θυσιαστεί η αρχή του Hayek για την «ρευστοποίηση» όλων των «κακών χρεών».
Απελπισμένες σκέψεις οδηγούν σε απελπισμένες παραδοχές. Όσο όμως απελπισμένοι και να είναι οι εγχώριοι οπαδοί του Hayek, πρέπει κατά βάθος να κατανοούν ότι ο Αυστριακός θεωρητικός που τους καθοδηγούσε ως τώρα δεν θα τους συγχωρούσε αυτή την απελπισμένη παράδοση στην λογική των Μνημονίων: ο κατ' εξοχήν πολέμιος των κρατικών παρεμβάσεων που στόχο έχουν την διατήρηση μη διατηρήσιμων χρεών και τιμών, δεν θα συγχωρούσε την υποστήριξη Μνημονίων που φορτώνουν νέα δημόσια τοξικά χρέη στις ήδη υπάρχουσες δημοσιονομικές φούσκες του ευρωζωνικού γίγνεσθαι.

Επίλογος

Αναρωτιούνται κάποιοι γιατί έντιμοι άνθρωποι και πολιτικοί σχηματισμοί με ελευθεριάζουσες απόψεις (που για τη  πλειοψηφία δεν φαντάζουν πιο ακραίες από εκείνες αριστερών κομμάτων, ή του ΛΑΟΣ), δεν κατάφεραν να ανεβάσουν τα ποσοστά τους πάνω από το 1%. Η απάντηση είναι διττή. Πρώτον, οι ιδέες τύπου Hayek φοβίζουν καθώς προδιαγράφουν δάκρυα και αίμα χωρίς να υπόσχονται την επιστροφή στην ανάπτυξη (δείτε τα χαμηλά ποσοστά του Ron Paul στις ΗΠΑ σήμερα). Δεύτερον, και αυτό έχει μεγαλύτερη σημασία στην χώρα μας, λόγω ενός σιωπηλού Φαουστιανού Συμφώνου μεταξύ (α) των πιο προβεβλημέων ελευθεριαζόντων Χαγιεκικών του Μνημονιστάν και (β) της τρόικας. Ένα «Σύμφωνο» το οποίο επιλέγουν οι ελευθεριάζοντες της Περιφέρειας να τους αυτο-δεσμεύει στην πολιτική παχυλών νέων δανείων σε πτωχευμένα κράτη και τράπεζες με αντάλλαγμα (που ελπίζουν ότι θα πάρουν) την προνομιακή τους πρόκριση από τις υπερεθνικές ελίτ ως διαχειριστές της εσωτερικής «ρευστοποίησης» των πάντων – πλην του δημόσιου χρέους.

Θυμάστε, πιστεύω, το επεισόδιο όπου ο Sherlock Holmes έλυσε ένα από πολλά μυστήρια επειδή πρόσεξε ότι ένας σκύλος δεν γαύγισε. Το αίνιγμα εδώ λύνεται με τον ίδιο λίγο-πολύ τρόπο: Το σχετικό ερώτημα είναι «Ποια φούσκα δεν σκάει;» «Γιατί οι έλληνες οπαδοί του Hayek Ελλάδα εξαιρούν το δημόσιο χρέος από τον κατάλογο των υπό «ρευστοποίηση» περιουσιακών στοιχείων;» «Γιατί οι ιρλανδοί σύντροφοί τους εξαιρούν τα χρέη των ιδιωτικών τραπεζών τους;» «Δεν καταλαβαίνουν ότι ο Hayek δεν θα δικαιολογούσε τέτοιες εξαιρέσεις, ιδίως δεδομένου ότι οι εξαιρούμενες φούσκες είναι οι μεγαλύτερες και η μη «ρευστοποίησή» τους αναιρεί το «θεάρεστο έργο» της Κρίσης;» Μια πιθανή απάντηση είναι το Φαουστιανό Σύμφωνο στο οποίο ήδη αναφέρθηκα. Δεν αρκεί όμως για να εξηγήσει αυτή την ιδεολογική και θεωρητική σύγχυση. Στην περίπτωση τόσο της Ελλάδας όσο και της Ιρλανδίας υπάρχει μία ακόμα εξήγηση: η πολύ «κοντινή» σχέση μεταξύ κάποιων εκ των ηγετικών στελεχών αυτής της σχολής σκέψης με τις τράπεζες των οποίων οι μεγαλομέτοχοι θα «ρευστοποιηθούν» άνευ Μνημονίων.

Με άλλα λόγια, τα Μνημόνια της ευρωζώνης (όχι μόνο στην Ελλάδα) έχουν κι άλλο ένα θύμα το οποίο έως τώρα έχει περάσει απαρατήρητο: την ιδεολογική ακεραιότητα της μόνης δεξιόστροφης πολιτικής παράταξης που έχει να προσφέρει σημαντικές ιδέες όσον αφορά τα αίτια και την φύση της Κρίσης. Η τοξικότητα των Μνημονίων έχει διαβρώσει την ιδεολογική εντιμότητα της «σχολής» που έως τώρα αποτελούσε το τελευταίο προπύργιο καθαρής σκέψης στο οποίο κατέφευγαν για να εμπνευστούν, στις δύσκολες στιγμές τους, οι ευρωπαϊκές ελίτ.  Ίσως αυτό να εξηγεί γιατί κόμματα του χώρου, όπως η Δράση, αδυνατούν να εμπνεύσουν ένα κοινό που μπορεί να μην έχει διαβάσει Hayek αλλά διαισθάνεται την περίεργη αυτή απόκλιση των εγχώριων οπαδών του από τις ίδιες τους τις αρχές.

(*) Μια «χώρα» που ξεκινά στον Έβρο, συνεχίζεται μέχρι την Αδριατική, επεκτείνεται στον Ατλαντικό και φτάνει μέχρι και το σμαραγδένιο νησί δυτικά της Αγγλίας.
(**) Το 1974 ο Hayek υποστήριξε (βλ. εδώ) την κατάργηση των Κεντρικών Τραπεζών και την ιδιωτικοποίηση του χρήματος. Για την ακρίβεια, πρότεινε να δοθεί στις εμπορικές τράπεζες το δικαίωμα να τυπώνει η κάθε μία το δικό της χρήμα και, έτσι, να εναπόκειται στους ιδιώτες-πολίτες να επιλέγουν ποιο νόμισμα (ποιανής τράπεζας) εμπιστεύονται για τις συναλλαγές τους.
(***) Βλ. Friedrich von Hayek, "Market Standards for Money", Economic Affairs, April-May 1986
.

Thursday, March 1, 2012

Liberation: Grèce, berceau d’un autre monde

δεν το πιστεύω, λες και γύρισε ο Sartre στην εφημερίδα. Τι παιχνίδι
μπορεί να παίζουν και αυτοί, προπαντός με τα προεκλογικά
καραγκιοζιλίκια στην Γαλλία στον προθάλαμο της ορθοπεδικής.

από τον ποντικό: http://topontiki.gr/article/31265

Liberation: "Ο Έλληνας αν και χτυπημένος μέχρι θανάτου, πάντα σηκώνεται"!

Συντάκτες της Liberation δημοσίευσαν άρθρο μέσω του οποίου εξυμνούν
την Ελλάδα και καταλογίζουν «στην Ευρώπη της οικονομίας» στοιχεία ενός
ολοκληρωτικού καθεστώτος. Προσπαθούν να εμπνεύσουν και να εμπνευστούν
από τους Έλληνες, μέσα σε ένα πλαίσιο αντίστασης. Μάλιστα προτάσσουν
και το αίσθημα αλληλεγγύης, σημειώνοντας χαρακτηριστικά πως «είμαστε
αδέρφια τους και πρέπει να τους υποστηρίξουμε πλέον».

Παράλληλα οι συντάκτες με αφορμή «το κίνημα της πολιτικής ανυπακοής»
δεν παραλείπουν να κάνουν και λόγο για μια νέα Ελλάδα που αναδύεται,
«απορρίπτοντας την τυραννία της αγοράς για λογαριασμό των ανθρώπων».

Αναλυτικά το άρθρο:

Όχι, αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα, αν και δραματικό, δεν είναι μια
καταστροφή. Είναι επίσης μια ευκαιρία. Γιατί η δύναμη του χρήματος
έχει, για πρώτη φορά, υπερβεί με ένταση το ρυθμό της μέχρι τότε
σταδιακής, σχολαστικής και προσεκτικά οργανωμένης καταστροφής του
δημόσιου συμφέροντος και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Και σε μια χώρα
τόσο διάσημη για τη φιλοσοφία της ζωής, στον αντίποδα του
αγγλοσαξονικού μοντέλου, και διάσημη για την ακούραστη αντίσταση που
έχει φέρει στις πολλαπλές μορφές καταπίεσης που προσπάθησαν να τη
χαλιναγωγήσουν.

Ο Έλληνας δεν χορεύει και δε θα χορέψει ποτέ στο ένα πόδι, ούτε θα
σκύψει δουλικά, ανεξάρτητα από τα καθεστώτα που θέλουν να του
επιβάλλουν. Χορεύει με τα χέρια του, σαν να θέλει να πετάξει προς τα
αστέρια. Γράφει στους τοίχους αυτό που θα του άρεσε να διαβάσει κάπου
αλλού. Καίει μια τράπεζα όταν δεν του αφήνουν πλέον την πολυτέλεια να
ψήσει στην παραδοσιακή του ψησταριά. Ο Έλληνας είναι τόσο ζωντανός,
όσο η ιδεολογία της απειλής θανάσιμη. Και ο Έλληνας αν και χτυπημένος
μέχρι θανάτου, στο τέλος πάντα σηκώνεται.

Ναι, η Ευρώπη της οικονομίας ήθελε να δημιουργήσει ένα παράδειγμα.
Αλλά μες τον εκνευρισμό της να χτυπήσει τη χώρα που φαινόταν η πιο
αδύναμη στη ευρωζώνη, μέσα στην υπερβολική της βία, η μάσκα της έπεσε.
Είναι τώρα περισσότερο από ποτέ, η ώρα να καταδείξουμε το αληθινό της
πρόσωπο: αυτό του ολοκληρωτισμού. Γιατί πρόκειται πραγματικά περί
αυτού. Και υπάρχει μόνο μία απάντηση στον ολοκληρωτισμό: ο αγώνας,
επίμονος και ανυποχώρητος, μέχρι τη μάχη, αν χρειαστεί, καθώς
διακυβεύεται η ίδια η ύπαρξη. Έχουμε έναν κόσμο, μια ζωή, και αξίες να
υπερασπιστούμε. Παντού στους δρόμους, είναι τα αδέλφια μας, οι αδελφές
μας, τα παιδιά μας, οι γονείς μας, οι οποίοι έχουν πληγεί μπροστά στα
μάτια μας, ακόμα και αν είναι μακριά. Πεινάμε, κρυώνουμε και πονάμε
μαζί τους. Όλα τα χτυπήματα που δέχονται μας τραυματίζουν εξίσου. Κάθε
παιδί στην Ελλάδα που λιποθυμά στο σχολείο του, μας καλεί στην
αγανάκτηση και στην εξέγερση.

Για τους Έλληνες, είναι καιρός να πούνε όχι, και, για όλους εμάς, ήρθε
ο καιρός να τους υποστηρίξουμε. Επειδή ο ελληνικός λαός σήμερα ηγείται
της μάχης κατά του οικονομικού ολοκληρωτισμού, που καταστρέφει παντού
τη δημόσια περιουσία, απειλεί την καθημερινή επιβίωση, διαδίδει την
απόγνωση, το φόβο και την αποχαύνωση μέσα από έναν πόλεμο όλων
εναντίον όλων.

Πέρα από έναν συναισθηματικό θυμό που εκτονώνεται με την καταστροφή
των συμβόλων της καταπίεσης, αναπτύσσει έναν διαυγή θυμό, των
αγωνιστών που αρνούνται να στερηθούν την ίδια τους τη ζωή προς όφελος
της τραπεζικής μαφίας και της λογικής της, αυτής του "τρελού
χρήματος". Με τις συνελεύσεις της άμεσης δημοκρατίας, το κίνημα της
πολιτικής ανυπακοής, το κίνημα "Δεν πληρώνω" και τις πρώτες εμπειρίες
της αυτοδιαχείρισης, μια νέα Ελλάδα αναδύεται αυτή τη στιγμή, που
απορρίπτει την τυραννία της αγοράς για λογαριασμό των ανθρώπων. Δεν
γνωρίζουμε πόσο καιρό θα πάρει για τους ανθρώπους να ελευθερωθούν από
την εθελοντική δουλεία τους, αλλά είναι βέβαιο ότι, αντιμετωπίζοντας
τη γελοιότητα της πελατειακής πολιτικής, των διεφθαρμένων δημοκρατιών,
τον τραγελαφικό κυνισμό του κράτους των banksters (τραπεζική μαφία),
θα έχουμε μόνο την επιλογή -ενάντια σε κάθε εκβιασμό- να
διαχειριστούμε τις υποθέσεις μας εμείς οι ίδιοι.

Η Ελλάδα είναι το παρελθόν μας. Είναι επίσης το μέλλον μας. Ανακαλύψτε
την ξανά μαζί της!

Το 2012 ας γίνουμε όλοι Έλληνες!

Liberation-Κείμενο των Ραούλ Βανεγκέμ και Γιάννη Γιουλούντα